ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:

Γιατί μια ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση χρειάζεται να γίνει από ειδικό;

Στις οδοντιατρικές σχολές, όλοι οι οδοντίατροι λαμβάνουν τις απαραίτητες βασικές θεωρητικές γνώσεις και τεχνικές δεξιότητες για να πραγματοποιήσουν μια ενδοδοντική θεραπεία. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά περιστατικά που είτε παρουσιάζουν δυσκολία στη διάγνωση του προβλήματος (με βάση τα σημεία/συμπτώματα του ασθενή), είτε η θεραπεία τους απαιτεί χρήση εξειδικευμένων τεχνικών ή εξοπλισμού (ενασβεστιωμένα δόντια, μεγάλες κάμψεις των ριζών των δοντιών, δόντια με αδιάπλαστες ρίζες, επαναλήψεις ενδοδοντικών θεραπειών). Στις περιπτώσεις αυτές οι ασθενείς παραπέμπονται από τους γενικούς οδοντιάτρους στους ειδικών επί του θέματος, τους ενδοδοντολόγους, που διαθέτουν όλη τη γνώση, την τεχνική και τον εξοπλισμό για τη θεραπεία όλων αυτών των περίπλοκων περιστατικών.

Τι περιλαμβάνει η πρώτη συνεδρία;

Στην πρώτη συνεδρία πραγματοποιείται κλινικός και ακτινογραφικός έλεγχος του υπεύθυνου δοντιού. Τίθεται η διάγνωση και η εξήγηση του προβλήματος και της αντιμετώπισής του στον ασθενή. Υπάρχει δυνατότητα η ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση να ξεκινήσει και στην πρώτη συνεδρία, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο (π.χ. σε επείγοντα πονόδοντο που πρέπει να ανακουφιστεί). Εάν έχετε κάποια παλαιότερη ακτινογραφία από τον οδοντίατρο που σας παραπέμπει, είναι ευπρόσδεκτη. Η ακτινογραφική απεικόνιση είναι αναγκαία για τη διάγνωση του προβλήματος.

Στην πρώτη συνεδρία γίνεται επίσης ενημέρωση του ενδοδοντολόγου από τον ασθενή για τυχόν ιατρικά προβλήματα που μπορεί να υπάρχουν και τυχόν φάρμακα που λαμβάνει ο ασθενής.

Έχω ακούσει ότι κατά την ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση γίνεται λήψη ακτινογραφιών. Υπάρχει λόγος ανησυχίας γι’ αυτό;

Όχι. Η ακτινοβόληση του ασθενή ούτως ή άλλως κατά τη λήψη μιας συνήθους οδοντιατρικής ακτινογραφίας είναι σχεδόν μηδαμινή. Ακόμη περισσότερο, η λήψη ψηφιακής ακτινογραφίας είναι ακόμη μικρότερη αφού η δόση ακτινοβολίας είναι μειωμένη ως και 90%. Για το λόγο αυτό, στο παρόν ιατρείο γίνεται λήψη ψηφιακής ακτινοβολίας.

Υπάρχει κάποιος κίνδυνος μόλυνσης από εργαλεία ή υλικά που χρησιμοποιούνται;

Όλα τα εργαλεία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο σε έναν ασθενή και αποστειρώνονται σε οδοντιατρικούς αυτόκαυστους κλιβάνους, ενώ μετά το πέρας κάθε συνεδρίας εφαρμόζονται απολυμαντικά επιφανειών για εξάλειψη των μικροβίων.

Γιατί είναι απαραίτητη η χρήση μεγεθυντικών μέσων στην ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση;

Η ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση πραγματοποιείται μέσω ενός πολύ μικρού ανοίγματος εντός του δοντιού, με χρήση μικρών και συχνά πολύ λεπτών εργαλείων που ονομάζονται ρίνες. Συχνά ενδέχεται να υπάρχει δυσκολία στον εντοπισμό του εσωτερικού των ριζών (π.χ. σε ενασβεστιωμένα δόντια), ενώ επίσης μια πιθανή μειωμένη διάνοιξη του στόματος του ασθενή μπορεί να δυσχεραίνει τους χειρισμούς. Σε περιπτώσεις επανάληψης ενδοδοντικής θεραπείας/απονεύρωσης, τα προϋπάρχοντα υλικά εντός της ρίζας μπορεί να είναι δύσκολο να αφαιρεθούν. Όλα τα παραπάνω απαιτούν λεπτούς και άνετους χειρισμούς, συχνά με ενισχυμένο φωτισμό και μεγέθυνση, που συχνά η ορατότητα μόνο με γυμνό μάτι δεν επαρκεί. Επιπλέον, η χρήση μεγεθυντικών μέσων διευκολύνει κατά πολύ τη θέση εργασίας τόσο του ασθενή όσο και του ενδοδοντολόγου, με αποτέλεσμα την ευκολότερη αντιμετώπιση του περιστατικού.

Υπάρχει περίπτωση λόγω της ενδοδοντικής θεραπείας/απονεύρωσης να «μαυρίσει» το δόντι μου;

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ανάγκη ενδοδοντικής θεραπείας μπορεί να γίνει αντιληπτή (είτε από τον ασθενή είτε από το γενικό οδοντίατρο) μέσω αλλαγής χρώματος (δυσχρωμίας) του δοντιού. Στις πιο πολλές περιπτώσεις το χρώμα του υπεύθυνου δοντιού είναι πιο γκρι-μαύρο ή πιο σκούρο καφέ-κίτρινο σε σχέση με τα διπλανά δόντια. Η δυσχρωμία αυτή οφείλεται συνήθως είτε σε «νεκρά» δόντια λόγω των μικροβίων που περιέχουν είτε σε προϋπάρχουσα ενδοδοντική θεραπεία (συνηθέστερα αποτυχημένη) όπου κάποια παλιά εμφρακτικά υλικά που δε χρησιμοποιούνται πλέον έχουν δημιουργήσει αλλαγή χρώματος. Στις περιπτώσεις αυτές είναι απαραίτητο να γίνει σωστή και ολοκληρωμένη ενδοδοντική θεραπεία και στη συνέχεια (ανάλογα και με την αποκατάσταση που πρόκειται να γίνει) μπορεί να εφαρμοστεί λεύκανση εσωτερικά μόνο στο υπεύθυνο δόντι.

Πώς και πότε θα γίνει η τελική αποκατάσταση του δοντιού μετά την ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση;

Μετά την ολοκλήρωση της ενδοδοντικής θεραπείας το δόντι σφραγίζεται προσωρινά με προσωρινό σφράγισμα. Εντός 15-20 ημερών το πολύ πρέπει να επικοινωνήσετε με το γενικό οδοντίατρο που σας παρέπεμψε για να σας προγραμματίσει την τελική αποκατάσταση. Η τελική αποκατάσταση πραγματοποιείται από το γενικό οδοντίατρο. Εάν αυτή (για οποιοδήποτε λόγο) καθυστερήσει αρκετά, το δόντι θα παραμείνει ευαίσθητο σε κάταγμα, ενώ εάν δε γίνει καθόλου αποκατάσταση σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου το δόντι θα μολυνθεί βαθμιαία από μικρόβια και θα δημιουργήσει συμπτώματα. Για το λόγο αυτό προτείνεται κι είναι αναγκαία η τελική αποκατάσταση να γίνεται το συντομότερο δυνατό μετά την ολοκλήρωση της ενδοδοντικής θεραπείας.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗ ΕΝΔΟΔΟΝΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ/ΑΠΟΝΕΥΡΩΣΗ:

Θα πονάω κατά τη διάρκεια ή μετά την πραγματοποίηση της ενδοδοντικής θεραπείας/απονεύρωσης;

Όχι. Όλη η διαδικασία γίνεται με τοπική αναισθησία ώστε ο ασθενής να μην αισθανθεί τίποτα το επώδυνο.

Στις πιο πολλές περιπτώσεις μετά από τη συνεδρία, υπάρχει μια μικρή πιθανότητα ο ασθενής να αντιληφθεί μια ευαισθησία στο δόντι αφότου υποχωρήσει η αναισθησία. Η ευαισθησία αυτή συνήθως υπάρχει στο μάσημα και ίσως από μόνο του ή στο βούρτσισμα. Οφείλεται σε αντίδραση του δοντιού στην όλη διαδικασία, είναι ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ, παρουσιάζεται σχετικά άμεσα και δεν προκαλεί λόγο ανησυχίας. Συνιστάται λήψη παυσίπονου και αποφυγή μασήματος από την πλευρά που βρίσκεται το υπεύθυνο δόντι. Σε κάθε περίπτωση, ο ενδοδοντολόγος, μετά από κάθε συνεδρία θα σας εξηγήσει ακριβώς τι ενδέχεται να συμβεί και πώς να το αντιμετωπίσετε.

Πόσες συνεδρίες χρειάζεται για να ολοκληρωθεί;

Αυτό εξαρτάται κυρίως από την κατάσταση της φλεγμονής του δοντιού. Στις πιο πολλές περιπτώσεις μία, συνηθέστερα δύο συνεδρίες επαρκούν. Μόνο σε λίγες, συγκεκριμένες, περίπλοκες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστούν περισσότερες συνεδρίες.

Πώς γίνεται μια ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση;

Μετά την τοπική αναισθησία, τοποθετείται γύρω από το δόντι ένα ελαστικό που ονομάζεται απομονωτήρας. Αυτό έχει σαν σκοπό να μην αναμολύνεται το δόντι από μικρόβια του σάλιου κατά την ενδοδοντική θεραπεία, να μη διαφεύγουν στο στόμα υλικά που χρησιμοποιούνται στο δόντι και να προστατεύεται πλήρως κι εντελώς ο ασθενής από τυχόν κατάποση κάποιου μικροεργαλείου. Στη συνέχεια πραγματοποείται μια πολύ μικρή κοιλότητα εντός του δοντιού ώστε να αφαιρεθεί το μαλακό εσωτερικό των ριζών το οποίο ονομάζεται πολφός (και είναι συχνά γνωστό ως «νεύρο» του δοντιού), και ο χώρος εσωτερικά των ριζών διευρύνεται και αποστειρώνεται κατάλληλα, ώστε στη συνέχεια να υποδεχθεί το εμφρακτικό υλικό που θα αποφράξει τις καθαρισμένες ρίζες.

Χρειάζεται να πάρω αντιβίωση για μια ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση;

Τα αντιβιοτικά δίνονται πάντα συμπληρωματικά σε μια ενδοδοντική θεραπεία και δεν είναι ποτέ από μόνα τους οριστική/μόνιμη θεραπεία της φλεγμονής του δοντιού. Οι πιο συχνές περιπτώσεις όπου είναι απαραίτητη η αντιβίωση είναι η ύπαρξη πυρετού/κακουχίας λόγω ενός οδοντικού αποστήματος, η επέκταση της πρησμένης περιοχής (του οιδήματος), η αδυναμία ανοίγματος του στόματος λόγω αποστήματος σε κάποιο δόντι (τρισμός) και η ύπαρξη ψηλαφητών λεμφαδένων λόγω της φλεγμονής αντίστοιχα προς το υπεύθυνο δόντι (λεμφαδενίτιδα). Πάντα αντιβίωση χορηγείται ύστερα από κλινικό/ακτινογραφικό έλεγχο και συμπληρωματικά προς κάποια ενδοδοντική αντιμετώπιση. Δε συνιστάται ο ασθενής από μόνος του να καταφεύγει σε λήψη αντιβιοτικών.

Τι πιθανότητα επιτυχίας έχει μια ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση από τον ειδικό;

Με τον εξοπλισμό, τη γνώση και τις τεχνικές δεξιότητες που έχει ο ενδοδοδοντολόγος, το ποσοστό επιτυχίας σύμφωνα με τις περισσότερες μελέτες φτάνει το 90-95% κατά μέσο όρο.

Για ποιο λόγο μπορεί να αποτύχει μια ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση; Τι μπορεί να γίνει σε αυτή την περίπτωση;

Αποτυχία ενδοδοντικής θεραπείας μπορεί να οφείλεται βασικά στους παρακάτω λόγους:

  • Απουσία ή μεγάλη καθυστέρηση στην τελική αποκατάσταση του δοντιού με αποτέλεσμα την αναμόλυνση του δοντιού
  • Ύπαρξη συμβάματος που έγινε στην προηγούμενη ενδοδοντική θεραπεία (π.χ. διάτρηση ρίζας)
  • Μεγάλη κάμψη στη ρίζα του δοντιού που δεν εκτιμήθηκε σωστά στην επεξεργασία της ρίζας κατά την προηγούμενη ενδοδοντική θεραπεία
  • Πολύπλοκη ανατομία του εσωτερικού του δοντιού που δεν εκτιμήθηκε σωστά στην προηγούμενη ενδοδοντική θεραπεία (π.χ. ύπαρξη επιπλέον ριζών που δε βρέθηκαν, ανατομία διαφορετική από την αναμενόμενη, απορρόφηση ρίζας)
  • Δημιουργία νέας τερηδόνας κάτω από την τελική αποκατάσταση, που δε γίνεται αντιληπτή, και σε μεγάλο βάθος χρόνου οδηγεί σε αναμόλυνση του δοντιού

Κοινή αιτία σχεδόν σε κάθε περίπτωση είναι τα μικρόβια, είτε μέσω κάποιας πύλης εισόδου τους στο δόντι με αποτέλεσμα την αναμόλυνση, είτε την παραμονή τους εντός της ρίζας σε κάποιο σημείο όπου δεν έγινε σωστός καθαρισμός στην προηγούμενη ενδοδοντική θεραπεία.

Στις περιπτώσεις αυτές απαιτείται επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας. Συνοπτικά, περιλαμβάνει αφαίρεση των παλιών αποκαταστάσεων του δοντιού και όλων των εμφρακτικών υλικών της ρίζας (από την προηγούμενη ενδοδοντική θεραπεία), ανακτάται πρόσβαση σε όλο το μήκος της ρίζας, γίνεται εκ νέου καθαρισμός και απολύμανση του εσωτερικού της ρίζας, αντιμετωπίζονται τυχόν προϋπάρχονται συμβάματα και τελικά γίνεται εκ νέου έμφραξη της ρίζας με το κατάλληλο υλικό. Όλη η διαδικασία φυσικά γίνεται με τοπική αναισθησία. Συνήθως η επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας δε γίνεται σε μια συνεδρία.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΝΔΟΔΟΝΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ/ΑΚΡΟΡΡΙΖΕΚΤΟΜΗ:

Πότε χρειάζεται ακρορριζεκτομή;

Στις περισσότερες περιπτώσεις η συντηρητική ενδοδοντική θεραπεία/απονεύρωση (ή ακόμη κι η επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας) επαρκούν για την εξάλειψη της φλεγμονής του δοντιού. Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως ενδέχεται είτε να παραμένει φλεγμονή γύρω από την άκρη της ρίζας του δοντιού σε βάθος χρόνου είτε να μην είναι πάντα δυνατό να πραγματοποιηθεί συντηρητική επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας για τον έλεγχο της φλεγμονής (π.χ. όταν το υπεύθυνο δόντι είναι στήριγμα μεγάλης γέφυρας που έχει τοποθετηθεί πρόσφατα). Τότε η λύση είναι η ακρορριζεκτομή, που αποτελεί «μικροχειρουργική» θεραπεία.

Πώς γίνεται ακρορριζεκτομή;

Πραγματοποιείται τοπική αναισθησία και στη συνέχεια με τα κατάλληλα εργαλεία ανασηκώνονται τα ούλα που καλύπτουν το δόντι και το οστό γύρω από αυτό (αναπέταση κρημνού). Στη συνέχεια καθαρίζεται όλος ο ιστός της φλεγμονής γύρω από την άκρη της ρίζας (ακρορρίζιο) του δοντιού, αφαιρείται ένα πολύ μικρό τμήμα αυτού (2-3χιλιοστά το πολύ) και η υπόλοιπη ρίζα που μένει σφραγίζεται με κατάλληλο υλικό που να είναι αποδεκτό από τους ιστούς και κυρίως το οστό (να είναι δηλαδή βιοσυμβατό). Τέλος, τα ούλα επαναφέρονται στη θέση τους και τοποθετούνται ορισμένα ράμματα για συγκράτηση των ούλων γύρων από το δόντι. Όλη η διαδικασία γίνεται σε μια συνεδρία, ωστόσο χρειάζεται 7-10 μέρες μετά την επέμβαση να αφαιρεθούν/κοπούν τα ράμματα (η διαδικασία αυτή είναι πάρα πολύ απλή κι ανώδυνη).

Τι χρειάζεται να προσέχω μετά την ακρορριζεκτομή;

Πρήξιμο: Είναι αναμενόμενο ένα μικρό πρήξιμο στο σημείο της επέμβασης. Αυτό είναι φυσιολογικό. Αμέσως μετά την επέμβαση, τοποθετήστε μία σακούλα με πάγο πάνω στην περιοχή της επέμβασης εξωστοματικά, εναλλάσσοντας 10 λεπτά με πάγο, 10 λεπτά χωρίς πάγο για τις επόμενες ώρες ή μέχρι ο πάγος να λιώσει εντελώς. Μην απομυζείτε την περιοχή και μην φτύνετε. Αν έχετε λίγο αίμα στο σάλιο σας είναι φυσιολογικό.

Διατροφή: Για το επόμενο 24ωρο της επέμβασης τρώτε μόνο κρύα και μαλακά φαγητά και από την άλλη πλευρά του στόματος.

Κάπνισμα – Αλκοόλ: Τα αποφεύγετε για τις πρώτες 3-4 ημέρες.

Σωματική άσκηση: Αποφύγετε βαριές εργασίες την ημέρα που έγινε η επέμβαση καθώς υπάρχει πιθανότητα επιπλέον αιμορραγίας.

Στοματική υγιεινή: Τις πρώτες 2 μέρες της επέμβασης δε βουρτσίζετε την περιοχή του δοντιού. Χρησιμοποιείτε μόνο στοματικό διάλυμα χλωρεξιδίνης, με ήπιες κινήσεις. Μετά τις πρώτες ημέρες αρχίζετε βούρτισισμα με ήπιο τρόπο για να μην επηρεαστούν τα ράμματα.

Φάρμακα: Παίρνετε τα φάρμακα που σας σύστησε ο ενδοδοντολόγος σας, σύμφωνα με τις οδηγίες του.